Leopoldia comosa (L.) Parl.
Λεοπόλδια η δασύτριχη
Syn. Muscari comosum (L.) Mill.
Hyacinthus comosus (L.) Mill.
Asparagaceae
Πολυετές βολβώδες
φυτό, αυτοφυές στη Μεσόγειο και την
Ευρώπη με εξάπλωση έως το Ιράν ανατολικά
και σαν επιγενές στη Βόρεια Αμερική και
Αυστραλία.
Αρχικά το είδος
ταξινομήθηκε στο γένος Μuscari εξ ου και
το συνώνυμο το οποίο ακόμα και σήμερα
χρησιμοποιείται ευρέως. Το γένος
Leopoldia, το οποίο από πολλούς θεωρείται
ακόμα σαν υπογένος του muscari περιλαμβάνει
12 είδη φυτών, που είναι αρκετά ψηλότερα
από αυτά του γένους muscari ενώ τα άθνη
είναι πιο αραιά κατανεμημένα στην
ταξιανθία.
Στην κορυφή της ταξιανθίας,
το χαρακτηριστικό λοφίο σε έντονο μπλε
μωβ χρώμα αποτελείται από στείρα άνθη
ενώ χαμηλότερα τα γόνιμα άνθη είναι
καφετιά με ωχροκίτρινο στόμιο. Ο βολβός
είναι κοκκινωπός και έχει όριο ζωής
πέντε με δέκα χρόνια κατά συνέπεια
υπερσυλλογή μπορεί να οδηγήσει σε μείωση
των πληθυσμών του φυτού αφού τους στερείται η δυνατότητα να ανανεωθούν μέσω
επικονίασης. (βλ παρακάτω περίπτωση
στην Κρήτη)
Οι βολβοί της
leopoldia είναι βρώσιμοι και από πολλούς
λαούς της Μεσογείου θεωρούνται εξαιρετική
λιχουδιά. Στην Απουλία της Νότιας
Ιταλίας τους τηγανίζουν με αυγά και
φτιάχνουν μια πικρούτσικη ομελέτα.
Στην Κρήτη οι
βολβοί λέγονται ασκορδουλάκοι. Τρώγονται
βραστοί ή τουρσί σαν μεζές ή συνοδευτικά
σε πιάτα κρεατικών. Τα τελευταία χρόνια
οι ντόπιοι παραπονούνται ότι λόγω
υπερσυλλογής οι πληθυσμοί της leopoldia
ελαττώνονται επικίνδυνα και υπάρχει
ανάγκη προστασίας του φυτού. (Απόφαση
Δήμου Φαιστού 16/2/2016)
Στα Κύθηρα τα
λέμε καλογέρια, συλλέγονται την άνοιξη
και αποτελούν ένα από τα αγαπημένα πιάτα
της Καθαράς Δευτέρας. Χαράζονται σταυρωτά
και βράζονται δύο τρία νερά να ξεπικρίσουν.
Στη συνέχεια είτε σερβίρονται
φρεσκοβρασμένοι με λαδόξυδο και
σκορδαλιά, είτε συντηρούνται σαν τουρσί.
Στη νότια Ιταλία
τους κάνουν ψητούς στα κάρβουνα με πολύ
λάδι, αλάτι και πιπέρι. Μια παρόμοια
συνταγή μου έδωσε ο φυσιολάτρης τσιριγώτης
Παύλος Σοφίος. Τα πλένει καλά και αφαιρεί
μόνο τα εξωτερικά φλούδια, τα ραντίζει
με λάδι, αλάτι και πιπέρι τα τυλίγει σε
λαδόκολλα και μετά σε αλουμινόχαρτο
και τα ψήνει είτε στα κάρβουνα είτε στο
φούρνο. Με τον τρόπο αυτόν γίνονται
πολύ μαλακά χωρίς να χάνουν τα εξωτερικά
στρώματα όπως γίνεται με το υπερβολικό
βράσιμο.
Οι βολβοί ήταν
δημοφιλές φαγητό ήδη από την αρχαιότητα.
Ο στωικός φιλόσοφος Χρύσιππος στην
πραγματεία του “Περί Καλού” καταγράφει
ένα αρχαίο ρητό όπου ο χυλός από βολβούς
και φακές θεωρείται “ αμβροσία
στης παγωνιάς το κρύο” ( Αθήναιος,
Δ47).
Ο Διοσκουρίδης
θεωρεί τους πικρούς βολβούς εξαιρετικούς
για την διευκόλυνση της πέψης, με
παυσίπονη δράση σε αρθριτικά και
ρευματισμούς κ.α
“...βολβὸς
ἐδώδιμος εὐστόμαχος ὁ πυρρός, ἀπὸ
Λιβύης κομιζόμενος, ὁ δὲ πικρὸς καὶ
σκιλλώδης εὐστομαχώτερος, πεπτικός.
πάντες δὲ δριμεῖς καὶ θερμαντικοί,
συνουσίαν παρορμῶντες, τραχύνοντες
γλῶσσαν καὶ παρίσθμια, πολύτροφοι
καὶ σαρκοποιητικοί, ἐμπνευματοῦντες·
ποιοῦσι δὲ καταπλασσόμενοι πρὸς
στρέμματα καὶ θλάσματα καὶ σκόλοπας
καὶ πρὸς τὰς τῶν ἄρθρων ὀδύνας καὶ
ποδάγρας σὺν μέλιτι καὶ καθ᾽ ἑαυτούς,
καὶ τὰ ἐπὶ τῶν ὑδρωπικῶν οἰδήματα
καὶ κυνόδηκτα ὁμοίως σὺν μέλιτι·ἐπέχουσι
δὲ καὶ ἱδρῶτας....” ΜΜ2.170
Το όνομα του γένους
δόθηκε από τον Ιταλό βοτανολόγο Filippo
Parlatore (1816-1877) προς τιμήν του Λεοπόλδου
του ΙΙ, Μεγάλου Δούκα της Τοσκάνης
(1797-1870). Επειδή το όνομα του γένους είναι ήδη ένα βαρύ φορτίο για το λεπτεπίλεπτο αυτό φυτό προτίμησα το δασύτριχη σαν χαρακτηριστικό επίθετο από το εύκομος που είναι μεν σωστό αλλά προσθέτει επιπλέον βάρος στο όνομα.
Το χαρακτηριστικό
επίθετο από το λατινικό comosus-a-um= ο έχων πλούσια κόμη, δασύτριχος
( αναφέρεται στον Πλίνιο, πυκνόφυλλος)
Θεωρούνται εξαιρετικό
τονωτικό, διουρητικό και όπως όλα τα
πικρά ενισχυτικό της πέψης και της
όρεξης.
Το συνώνυμο muscari
προέρχεται από την ελληνική λέξη μόσχος,
(musk) μια ουσία με διαπεραστική οσμή,που
εκκρίνεται από τους αδένες ζώων όπως
του αρσενικού ελαφιού της Σιβηρίας ή
φυτικών ειδών όπως του abelmoschus moschatus.